Ο τοπικός πολιτισμός της περιοχής των Τζουμέρκων
Υπόμνημα:

Προφορικές μαρτυρίες για τα πανηγύρια στο Ματσούκι


“Τότε το Δεκαπενταύγουστο πααίναμαν πέρα με πίτες, φαγητά, ότι ήθελε ο καθένας και από την εκκλησία καθόμασταν πέρα και τρώγαμε. Τρώγαμαν στον ίσκιο γύρω-γύρω, είχαμαν τα όργανα. Είχαμε όργανα δικά μας εδώ πέρα, χορεύαμαν, μέχρι τις 1 ηώρα, μιάμιση, τότε γυρνάγαμαν εδώ. Τρώγαμε για το μεσημέρι, καθόμασταν, κατά τις 3 ηώρα, 3μιση κατεβαίναμαν στην πλατεία. Γινόταν την ημέρα το πανηγύρι, μετά από καιρό άρχιζαν και έφτιαχναν τα βράδια. Και του Σωτήρος πηγαίναμε σε ένα εκκλησάκι εκεί των Αγίων Θεοδώρων με τα όργανα και χορεύαμαν. Και εδώ στην πλατεία. Απάνω στην Παναγία, άλλο ξωκλήσι που έχουμε, πααίναμαν δεύτερη μέρα από το Δεκαπενταύγουστο. Όργανα και κει πέρα. Και άμα τύχαινε να είναι Παρασκευή ή Σάββατο, γλεντάγαμαν και Κυριακή, τρεις μέρες συνέχεια. Το Δεκαπενταύγουστο ανήμερα ερχόντουσαν στην Παναγία, από Καλαρρύτες, από Χριστούς, και από Κηπίνα. Τελειώνοντας την λειτουργία του Δεκαπενταύγουστου στρώνανε δικό τους χορό, στην αυλή του μοναστηριού για όσο κρατούσε με τα όργανα εκεί πέρα και έπειτα ερχόμασταν εδώ. Ερχόντουσαν όμως και από Καλαρρύτες γιατι και οι Καλαρρύτες την είχαν τη Βύλιζα σαν δικό τους μοναστήρι”.

Θανάσης Μακρής, Ματσούκι

Το πανηγύρι της Αγίας Παρασκευής

«Είχε τότε πανηγύρι διήμερο, δεν κάνανε τότε παραμονή. Τώρα κάνουνε παραμονή. Τότε κάνανε ανήμερα και την επόμενη ημέρα. Δύο ημέρες ήταν το πανηγύρι της Αγίας Παρασκευής το οποίο τότε επειδή δεν είχε φως, το ρεύμα εδώ ήρθε τελευταία, εγώ με λάμπα έκανα μάθημα όταν ήμουν δάσκαλος. Το ρεύμα ήρθε λοιπόν εδώ το 1985. Επειδή λοιπόν δεν υπήρχε φως, ξεκινούσαν τα πανηγύρια γύρω στις τέσσερις η ώρα. Τέσσερις – τέσσερις και μισή κατέβαινε ο κόσμος κάτω, γεμάτη η πλατεία. Και συνέχιζε το πανηγύρι μέχρι που σουρούπωνε. Μέχρι που σουρούπωνε και δεν έβλεπες και μετά τα έπαιρναν εναλλάξ τα μαγαζιά. Στα μαγαζιά πήγαιναν μόνο οι άντρες. Τελείωνε για τις γυναίκες το πανηγύρι, αποσύρονταν οι γυναίκες, σαν τους κατηχούμενους και μη κατηχούμενους, και φεύγανε. Και πηγαίνανε όσοι ήταν περιορισμένοι στο μαγαζί γιατι δεν είχαν και να καθίσουνε, δεν είχαν και λεφτά πολλά και εκεί έπρεπε να πιούνε. Ενώ στην πλατεία δεν υπήρχανε τραπέζια καθόντανε στα πεζούλια, και οι άντρες το ίδιο. Τελευταία μόνο κάθονταν στα τραπέζια. Τα παλιά χρόνια, τα πρώτα χρόνια που θυμάμαι και εγώ, στο πεζούλι κάθονταν και οι άνδρες κάτω. Και οι γυναίκες στις κερκίδες. Και γινότανε στη μέση χοροστάσι μεγάλο, διπλός χορός με τα όργανα να πηγαίνουνε γύρω-γύρω. Δεν κάθονταν σε ένα μέρος αλλά ακολουθούσαν το χορό».

Βασίλης Κωσταδήμας , Ματσούκι